«Είμαι ανίκανος να στραφώ εναντίον της πατρίδας μου»
Του Μιχαλη Ν. Kατσιγερα
Ο Αντώνης Καρκαγιάννης υπήρξε επί είκοσι έτη άμεσος συνεργάτης του κ. Αριστείδη Αλαφούζου και ο ιθύνων εκτελεστικός νους της νέας «Καθημερινής». Γεννημένος στα Αμπελάκια πριν από 78 χρόνια, έφτασε στην Αθήνα το 1951. Γόνος εύπορης και διακεκριμένης οικογενείας, με πατέρα δικαστικό λειτουργό, φοίτησε μέχρι και το δεύτερο έτος της Νομικής Σχολής Αθηνών, ήρθε σε επαφή με το παράνομο κίνημα της κομμουνιστικής Αριστεράς και ανέπτυξε πολιτική δράση μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ. Τον Μάρτιο του 1953 συνελήφθη για τη συμμετοχή του στις δυναμικές διαδηλώσεις υπέρ του απελευθερωτικού αγώνα των Κυπρίων. Εκτοτε, κατέστη στόχος των διωκτικών αρχών του μετεμφυλιακού καθεστώτος. Το 1954 εκτοπίστηκε στη Λέρο. Το 1955 συμμετέσχε στην υποδοχή και απόκρυψη των 27 καταδίκων κομμουνιστών που είχαν δραπετεύσει από τις φυλακές των Βούρλων του Πειραιώς. Ακόμα, εξέδιδε το παράνομο περιοδικό «Νέα Γενιά», όργανο της ΕΠΟΝ, δραστηριότητα για την οποία καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση. Συνελήφθη στις 6 Νοεμβρίου 1958 σε επιβατηγό εν πλω ανοιχτά της Κέρκυρας και προσήχθη κατηγορούμενος ενώπιον του Στρατοδικείου Αθηνών μαζί με άλλα στελέχη του ΚΚΕ με επικεφαλής τον ήρωα της Κατοχής και διευθυντή της εφημερίδας «Η Αυγή» Μανώλη Γλέζο.
Τον Ιούλιο του 1959
Δικαζόμενος με την κατηγορία της κατασκοπείας, ο Αντώνης Καρκαγιάννης, στις 16 Ιουλίου 1959 επέστρεψε –με υπαινικτικό και βαθύτατα ειρωνικό τρόπο– την κατηγορία στους κατηγόρους του λέγοντας: «Δεν διεξήγαγα κατασκοπεία γιατί είμαι ανίκανος να στραφώ εναντίον της πατρίδας μου!..» Είπε συγκεκριμένα: «Η κατηγορία με θίγει και με συκοφαντεί. Δεν πρόκειται για τα δήθεν στοιχεία που βρήκαν εναντίον μας και που δεν υπάρχουν, αλλά για την πολιτική εναντίον του ΚΚΕ και ειδικά για την πολιτική της περιόδου των εκλογών του 1958. Πρέπει να πω μερικά πράγματα για την προηγούμενη ζωή μου. Οταν ήμουν κλεισμένος στις φυλακές της Καλλιθέας, για τη δράση μου υπέρ του Κυπριακού, την υπεράσπισή μου ανέλαβε διά του κ. Λοϊζίδη αυτή η ίδια η Εθναρχία της Κύπρου. Το 1954 ελήφθη απόφασις εκτοπίσεώς μου για παράνομο δράση. Εκείνη η “παρανομία” με ακολουθεί ακόμα. Είμαι κομμουνιστής. Προσάγομαι και δικάζομαι τώρα με μίαν αστήρικτον κατηγορίαν, μαζί με ανθρώπους που βλέπω για πρώτη φορά. Το ότι είχα πλαστό διαβατήριο δεν το αρνούμαι. Θα έφευγα για τη Γαλλία. Εξω κυκλοφορούν πολλά πλαστά διαβατήρια. Είμαι υποχρεωμένος για λόγους ηθικής τάξεως να μην αναφέρω από πού πήρα το δικό μου. Αλλά, βέβαια, για να κατηγορηθώ για κατασκοπεία έπρεπε να δημιουργηθούν όλα αυτά: Οτι δήθεν πήρα το διαβατήριο από έναν κατάσκοπο και ότι θα έφευγα για να μεταφέρω αναφορές του ΚΚΕ στο Παραπέτασμα.
Δεν διεξήγαγα κατασκοπεία γιατί είμαι ανίκανος να στραφώ εναντίον της πατρίδας μου».
Από φυλακή σε φυλακή
Ο Αντώνης Καρκαγιάννης καταδικάστηκε, μαζί με τους συντρόφους του, σε 11ετή φυλάκιση και αποφυλακίστηκε τον Μάιο του 1966 μαζί με άλλους καταδίκους του νόμου 375/1936 κατόπιν αποφάσεως της κυβερνήσεως των Αποστατών. Μέχρι τότε είχε γνωρίσει τις φυλακές στο Καλάμι Κρήτης, στην Ακροναυπλία, στην Αίγινα και στη Λευκάδα. Συνελήφθη εκ νέου κατά την πρώτη ημέρα του στρατιωτικού πραξικοπήματος, την 21η Απριλίου 1967, και κρατήθηκε στον Ιππόδρομο, όπου έγινε μάρτυρας της δολοφονίας του Παναγιώτη Ελη. Κατόπιν μετεφέρθη, με τις χιλιάδες των συγκρατουμένων του, γυναικών και ανδρών, στη Γυάρο και αργότερα στη Λέρο. Εκεί, την 21η Αυγούστου 1968, τον βρήκε και η εισβολή στην τότε Τσεχοσλοβακία των Σοβιετικών και των άλλων –πλην Ρουμανίας– στρατιωτικών δυνάμεων των κρατών του Συμφώνου της Βαρσοβίας, η οποία έγινε για να καταπνίξει τη λεγόμενη «Ανοιξη της Πράγας» εν ονόματι του δόγματος Μπρέζνιεφ περί περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας. Ο Αντώνης Καρκαγιάννης, μέλος της ομάδας «Χάος», συνυπέγραψε, μαζί με άλλους εκτοπισμένους από το στρατιωτικό καθεστώς κομμουνιστές, την καταδίκη της σοβιετικής εισβολής. Επανήλθε στην Αθήνα από την εξορία το 1973 και άρχισε να αναπτύσσει εκδοτική δραστηριότητα με σκοπό την πολιτική και πολιτιστική αναγέννηση. Υπήρξε συνιδρυτής των εκδόσεων «Ολκός» και των περιοδικών «Αντί», «Σύγχρονος Κινηματογράφος» και «Πολίτης», ενώ άρχισε να εργάζεται ως διορθωτής στην ημερήσια αθλητική εφημερίδα «Φως των Σπορ».
Λαμπρή πορεία στην «Κ»
Το 1983 άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης ύλης στην «Καθημερινή» και έτσι ξεκίνησε μία λαμπρή δημοσιογραφική διαδρομή που τον έφερε διευθυντή και εκδότη της νέας εφημερίδας του κ. Αριστείδη Αλαφούζου.
Αυτός ο δοκιμασμένος από παλιά κομμουνιστής επέβαλε την παρουσία του στο κατ’ εξοχήν όργανο του αστικού χώρου και ξεπέρασε σοβαρές και ισχυρές αμφισβητήσεις.
Σφράγισε την «Κ» με τις ικανότητες του αναγεννησιακού πνεύματος που διέθετε, με το βάθος της σκέψης του, τη διαπραγματευτική του δεξιότητα και τη μαχητικότητα της γραφής του.
Μαχητικός ώς το τέλος, ήρθε –ειρωνεία της Ιστορίας– με το τελευταίο του κείμενο σε δημόσια διάσταση με τον Μανώλη Γλέζο. Κατόπιν, ο παλιός του σύντροφος τον επισκέφθηκε στην επιθανάτια κλίνη χωρίς ο ίδιος να το αντιληφθεί. Τώρα, άθεος ώς το τέλος, φεύγει αφήνοντας πίσω του τη στάχτη του και τα τεκμήρια της αξιοσύνης του, παραδιδόμενος στην κρίση της Ιστορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου