Τα απόφωνα του Αντώνη
Του Σπ. Ι. Ασδραχα*
Τ' απόφωνα του Αντώνη με φέρνουν πολλά χρόνια πίσω, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, όταν τυχαία μοιραστήκαμε το ίδιο τραπέζι στο πατάρι του Παλλαδίου: ένας λιγνός, καλλίγραμμος νέος με καλλιεργημένη φωνή, φοιτητής της Νομικής, καθώς μου είπε· θα πρέπει, ήταν στις σπιτικές μας συνήθειες, να μοιραστήκαμε και το κρασί. Ως το 1954 που περνάει στην παρανομία, αφού προηγουμένως είχε αθωωθεί σε μια δίκη στη Λάρισα και μετά τέσσερις ημέρες είχε αποφασιστεί η εκτόπισή του, είχαμε αραιές συναντήσεις που κράτησαν ώς το 1959, όταν συλλαμβάνεται και δικάζεται μαζί με άλλους στην πολύκροτη δίκη του Ιουλίου του ίδιου έτους για «εισφορά» σε κατασκοπεία και τιμωρείται σε ενδεκαετή κάθειρξη. Οταν εκτίει την ποινή του στη Λευκάδα, την πατρίδα μου, δεν μου επέτρεψαν να τον επισκεφθώ. Τον επισκέφθηκε ο συγχωρεμένος ο πατέρας μου με τη δικηγορική του ιδιότητα και ήρθε σε επαφή με τον ομότεχνό του πατέρα του. Στη φυλακή οι δεσμοφύλακές του τον είχαν σε συμπάθεια και τον χρησιμοποιούσαν στις πρωινές εξόδους για αγορά τροφίμων. Μετά τη Μεταπολίτευση η φιλία μας ανανεώθηκε: ήμουν μακριά από την ταλαιπωρημένη και δολιχοδρομούσα πατρώα μας γη, όταν αυτός πλήρωνε το τίμημά του στην απριλιανή δικτατορία, προβληματιζόμενος μαζί με άλλους στον τόπο της εξορίας του. Αργότερα με εισήγαγε για ένα φεγγάρι στους εξωτερικούς συνεργάτες της «Καθημερινής» στην οποία, ύστερα από πολλά χρόνια, γράφω και σήμερα.
Αλλά, βέβαια, το επίκεντρο αυτού του σύντομου κειμένου δεν είναι οι συναντήσεις μου με τον Αντώνη, αλλά ό,τι μπορώ να πω, έστω και φευγαλέα, για την πνευματική προσωπικότητα του φίλου μου (αλίμονο, είμαι ένα χρόνο «νεότερός» του - γέρος και εγώ πορευόμενος στα δικά του δυσμικά πεδία). Ξαναδιαβάζω την απολογία του στη δίκη του 1959: αναγνωρίζω το ύφος, το ήθος και την υφέρπουσα κριτικότητα που κρυσταλλώνεται σε διαυγείς στοχασμούς στα κατοπινά του γραφτά. Ας μείνουμε, έστω και με ελλιπέστατο τρόπο, στο ύφος, δηλαδή στο είδος της γραφής. Είναι μια γραφή αντιρρητορική, σαφής, συνεπώς λιτή. Ο παρατακτικός λόγος γίνεται λόγος αποδεικτικός.
Αυτός ο τρόπος γραφής ίσως θεωρηθεί ότι είναι αποτέλεσμα της δημοσιογραφικής του άσκησης και εμπειρίας: φυσικά τούτο ισχύει, αλλά το είδος της γραφής ενυπάρχει στην πρώτη του διανοητική διαμόρφωση· γι' αυτό επικαλέστηκα την απολογία του στη δίκη του 1959. Από το ύφος στο ήθος.
Το χαρακτηρίζει ο αυτοσεβασμός, σύνδρομο της ένταξης σε μια συλλογικότητα ιδεών, ήθος λοιπόν ατομικό και συλλογικό. Βέβαια, η συλλογικότητα των ιδεών ράγισε και τελικώς αναστοιχειοθετήθηκε. Το ζήτημα είναι αν διατηρήθηκε ένας αδιάσπαστος πυρήνας, λογικός και συγχρόνως ιστορικός, με άλλα λόγια το αιτούμενο είναι αν ο Αντώνης Καρκαγιάννης διατήρησε τη μαρξική του λογική. Κατ' εμέ, ναι. Τα υπόλοιπα ανήκουν στα αβατάρ της πολιτικής πράξης. Ισως πει κανείς ότι ταυτίζω τη μαρξική λογική με τον ορθό λόγο, μολονότι τον ενέχει. Δεν είναι η στιγμή της επιχειρηματολογίας. Περισσότερο, είναι η στιγμή της κατανοητικής και ενδόμυχα της συμμετοχικότητας του Αντώνη στην κοσμοαντίληψη, την εθιμοταξία και ίσως στην προσδοκία του «άλλου», των άλλων ανθρώπων των οποίων όχι μόνο σεβόταν το λατρευτικό τελετουργικό, αυτός ο άθεος ή αγνωστικιστής, και που μαζί με το τελετουργικό τους μοιραζόταν τις πολιτισμικές κατακτήσεις, τη χρήση της σπάνης, όπως λόγου χάρη μορφώνεται στη μαγειρική.
Αφότου σταμάτησε ο διωγμός και η απροσχημάτιστη προσβολή του ηθικού πυρήνα της προσωπικότητας, ο Αντώνης χάρηκε τη ζωή του, υποθέτω όχι χωρίς εναγωνιώδη διλήμματα, αξιοδότησε το δημοσιογραφικό του επάγγελμα και αναλώθηκε ως λαμπάδα που βγάζει φλόγα και όχι καπνιά. Πικράθηκε και μπορεί και να πίκρανε, έγινε διάσημο πρόσωπο πανεθνικής ακροαματικότητας, κάποτε μέντορας και πάντα σεμνός: ούτε φτωχός ούτε πλούσιος, επιβαλλόμενος με τη σωφροσύνη του, ενδόμυχα περήφανος και ποτέ οιηματίας, τίμησε με τη βιωτή του τα γενέθλια Αμπελάκια και τη φαμελική του σεριά με τους άξιους εκπροσώπους της, άρχοντας αυτός με σεμνό πρόσωπο.
Εγραψε πολλά και λίγα θέλησε, ύστερα από πιεστικές υποδείξεις, να αυτονομήσει σε βιβλίο γραφτά του για την τρομοκρατία, στα οποία ο υποκείμενος λενινισμός δεν είναι τέχνασμα, αλλά αναλυτικό όργανο. Εγραψε πολλά και πολύμορφα.
Θα ήθελα, Αντώνη, να φέξει κάποια μέρα που με αφορμή τη βιωτή και τα γραφτά σου να συγκροτηθεί μια πολιτική και διανοητική βιογραφία σου, απείκασμα της πολυδιάστατης και βαθύρροης χρονικότητας που όλοι οι συνομήλικοί μας έχουν ζήσει και υποστεί.
* Ο κ. Σπ. Ι. Ασδραχάς είναι ιστορικός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου